Μέγαρο 317
Ο χώρος 14 είναι μεγάλο ορθογώνιο κτίριο στη ΝΔ. γωνία του οικιστικού πλέγματος και νότια της κεντρικής εισόδου του οικισμού. Την ταύτισή του με Βουλευτήριο, δημόσιο δηλαδή κτίριο συναθροίσεων, προσέδωσαν οι σειρές των εδράνων που βρέθηκαν κατά μήκος των μακρών πλευρών του, κτισμένες από επιμήκεις πλακοειδείς λίθους.
Το κτίριο οικοδομήθηκε πρώτη φορά στην κυανή φάση (3000/2900-2700 π.Χ.), κατά το επιμελημένο «έμπλεκτο» σύστημα, μία αμφιπρόσωπη δόμηση, όμοια με το αντικρινό προς βόρεια κτίριο της Σιταποθήκης. Όπως και το τελευταίο, το κτίσμα του Βουλευτηρίου θα πρέπει αρχικά να σχεδιάστηκε για να εξασφαλιστεί η αναλημματική λειτουργία του περιβόλου στο πλαίσιο της τεχνικής των «λιθόκτιστων κιβωτίων», τετράπλευρων, δηλαδή, κτιριακών χώρων ενίσχυσης των πρανών. Τα έδρανα κατά μήκος των τοίχων προστέθηκαν σε κατοπινή περίοδο, στην πράσινη οικοδομική φάση (2700-2500 π.Χ.) του οικισμού. Λίγο αργότερα προστέθηκε στην εξωτερική πλευρά του τμήμα τοίχου, με σκοπό προφανώς την καλύτερη αντιστήριξη από την πλευρά του περιβόλου. Η νέα ενίσχυση διαμόρφωσε συνολικό πάχος στον εξωτερικό τοίχο του κτίσματος περίπου 2,50μ. Το κτίριο συνέχισε να δέχεται τροποποιήσεις και επιδιορθώσεις έως και την κίτρινη φάση (2200-2000 π.Χ.) κατοίκησης. Σε αυτή την τελευταία ανακατασκευαστική φάση του χώρου, καταργήθηκε η ανατολική σειρά των εδράνων με την ανοικοδόμηση του ορατού σήμερα ανατολικού τοίχου, ανεγέρθηκαν τα τμήματα των τοίχων που αντικρίζουμε σήμερα στη βόρεια και νότια πλευρά αντίστοιχα και διανοίχθηκε είσοδος πρόσβασης από νότια.
Η κύρια ερμηνεία του χώρου ως Βουλευτηρίου, ως τόπου δηλαδή συνάθροισης, στον οποίο συγκεντρώνονταν μέλη της κοινότητας για να συζητήσουν και να επιλύσουν διάφορα ζητήματα του οικισμού, υιοθετήθηκε από το σύνολο σχεδόν του επιστημονικού κόσμου και καθιερώθηκε στην επίσημη βιβλιογραφία. Θα πρέπει, ωστόσο, να λαμβάνεται υπόψη με επιφυλακτικότητα και να μην παρερμηνεύεται, καθώς η καθιέρωση της χρήσης του όρου Βουλευτήριον και η συχνή προβολή του χώρου ως το πρωιμότερο δείγμα άσκησης διοίκησης μέσω δημοκρατικών διαδικασιών σε οικισμούς, όπως αυτών της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, που φέρουν μια πρώιμης μορφής κοινωνικά ιεραρχημένη οργάνωση, συνιστά προσοχή και μελλοντική αναθεώρηση. Εξάλλου, ο σταδιακός τρόπος κατασκευής και ανακατασκευής του χώρου, από την δημιουργία έως την εγκατάλειψή του, συνηγορεί στο γεγονός ότι η αρχική του χρήση εξυπηρετούσε πρακτικές ανάγκες και αυτή μεταβαλλόταν κάθε φορά λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές που συντελούνταν στον οικισμό τόσο σε επίπεδο κοινωνικο-οικονομικό, όσο και σε επίπεδο πολεοδομικής οργάνωσης.