Μεταλλοτεχνία
Πολυσήμαντη κατηγορία κινητών ευρημάτων στην Πολιόχνη αποτελούν και τα μεταλλικά αντικείμενα, εργαλεία, όπλα ή κοσμήματα, η προέλευση και τα τυπολογικά παράλληλα των οποίων τεκμηριώνουν δίκτυα επαφών και ανταλλαγών του οικισμού με άλλα γνωστά κέντρα.
Στη Λήμνο δεν έχουν εντοπιστεί μεταλλοφόρα κοιτάσματα και επομένως τα μεταλλικά αντικείμενα είτε εισάγονταν στον οικισμό από αλλού, είτε κατασκευάζονταν επιτόπου, εφόσον είχε ολοκληρωθεί η προμήθεια της πρώτης ύλης. Ο εντοπισμός εξοπλισμού, σχετικού με την κατεργασία μετάλλου και μάλιστα στα πρώτα στάδια ζωής του οικισμού, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο της επιτόπιας κατεργασίας του. Οι μελέτες προέλευσης της πρώτης ύλης των μεταλλικών αντικειμένων δείχνουν ότι ορισμένα προέρχονται από το Αιγαίο και αρκετά από πηγές της Ανατολίας. Μάλιστα στην τελευταία φάση του οικισμού, που η Πολιόχνη φαίνεται να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στο εμπόριο προς το υπόλοιπο Αιγαίο, αυξάνονται οι εισαγωγές κασσιτερούχου χαλκού από τον Πόντο και την ευρύτερη περιοχή της Ανατολίας.Στην Πολιόχνη χρησιμοποιούνταν και ορειχάλκινα εργαλεία, η ανθεκτικότητα των οποίων θα συντελούσε στη βελτίωση των παραγωγικών δραστηριοτήτων, όπως θα ήταν οι γεωργικο-κτηνοτροφικές εργασίες και η αλιεία. Το καλής ποιότητας μέταλλο του ορείχαλκου αποτελούσε βασικό κριτήριο και για την αποθησαύριση τέτοιων αντικειμένων, κυρίως εγχειριδίων και πελέκεων: η διατήρηση της κατοχής τους μέσα στον χρόνο, πέρα από τη δήλωση ισχύος, δείχνει πιθανώς την ανάγκη που μπορεί να είχε ο εκάστοτε ιδιοκτήτης τους στο να διατηρεί ζωντανή τη μνήμη των προγενέστερων κατόχων, από τους οποίους τα κληρονόμησε.
Άλλα μεταλλικά ευρήματα που βρέθηκαν στην Πολιόχνη είναι τα κοσμήματα και τα τέχνεργα εξάρτησης ενδυμάτων. Έχουν εντοπιστεί αρκετές χάλκινες περόνες, καθώς και δύο περίαπτα από άργυρο και χαλκό. Παρόμοια περίαπτα έχουν εντοπιστεί σε περιοχές από την Κεντρική Ευρώπη ως τη ΝΑ. Πελοπόννησο, στοιχείο που ενισχύει τη διαπίστωση ότι η θέση της Πολιόχνης βρισκόταν επάνω σε καίριο γεωστρατηγικό σημείο διαμετακομιστικού εμπορίου και επαφών. Εκείνο, ωστόσο, που έχει ενδιαφέρον σχετικά με αυτού του είδους τα αντικείμενα αφορά τη χρήση τους. Ορισμένοι μελετητές τα ερμηνεύουν ως απλά περίαπτα που φορούσαν οι άνθρωποι εν είδει φυλαχτού, ενώ άλλοι ως σχηματοποιημένα ανθρώπινα ειδώλια.
Στην ομάδα των κοσμημάτων οφείλουμε να συμπεριλάβουμε και τον περίφημο θησαυρό της Πολιόχνης, ένα σύνολο χρυσών κοσμημάτων, όπως ενώτια, δαχτυλίδια, περιδέραια, σφηκωτήρες, ψέλλια και περόνες, που εντοπίστηκαν εντός του Δωματίου 643 σε στρώμα της Κίτρινης Περιόδου τη δεκαετία του 1950, κατά τη διάρκεια καθαρισμών αποψίλωσης. Η αποθησαύριση του συγκεκριμένου συνόλου κοσμημάτων πιθανώς έγινε σε συνθήκες αιφνίδιας, πιθανώς απειλής. Τα σπάνιας καλαισθησίας κοσμήματα με τη πρωτοποριακή για την εποχή επεξεργασία, η οποία συνδύαζε τη συρματερή τεχνική με την τεχνική του σφυρήλατου ελάσματος και της αλυσίδας, φέρουν έντονες ομοιότητες με τα αντίστοιχα του αποκαλούμενου «θησαυρού του Πριάμου» τα οποία βρέθηκαν στην αντίπερα όχθη του Αιγαίου, στην πόλη της Τροίας και χρονολογούνται περίπου την ίδια περίοδο. Ως προς την προέλευσή τους και τον τόπο κατασκευής των κοσμημάτων, εικασίες μόνο μπορούν να γίνουν, μιας και στη Πολιόχνη δεν τεκμαίρεται, όπως έχει αναφερθεί παραπάνω, μεταλλουργική δραστηριότητα. Πιθανώς αποτελούν εισαγωγή από κάποιο άλλο κέντρο της Ανατολίας. Η παραγωγή χρυσών κοσμημάτων, ιδιαίτερα επιτηδευμένων, πιστοποιείται από το τέλος της Νεολιθικής περιόδου, ειδικά στη περιοχή των Βαλκανίων. Φυσικά, ο κάτοχος ενός τέτοιου συνόλου δεν θα ήταν ένα απλό μέλος της κοινότητας, αλλά μια γυναίκα, η οποία θα κατείχε εξέχουσα θέση και ισχύ.
Γιάννης Σουκάντος, Γεωργία Ταμπακοπούλου
Αρχαιολόγοι