Ο χώρος 14 (“Το Βουλευτήριο”)
Την φυσιογνωμία του χώρου αυτού και την σύνδεση του με δημόσιο κτίριο συναθροίσεων προσέδωσαν οι σειρές των εδράνων που βρέθηκαν κατά μήκος των μακρών πλευρών του, χτισμένες από επιμήκεις πλακοειδείς λίθους (εικ.2).
Λίγο αργότερα προστέθηκε στην εξωτερική πλευρά του «Βουλευτηρίου» τμήμα τοίχου, με σκοπό προφανώς την καλύτερη αντιστήριξη από την πλευρά του περιβόλου. Η νέα ενίσχυση διαμόρφωσε συνολικό πάχος στον εξωτερικό τοίχο του κτίσματος περίπου 2,50μ., ξεκινώντας από το εξωτερικό μέτωπο των τειχών έως και τις δυτικές κερκίδες, με τη χρήση μεγάλων πλακοειδών λίθων.
Το κτίριο συνέχισε να δέχεται τροποποιήσεις και επιδιορθώσεις έως και την Κίτρινη φάση κατοίκησης. Σε αυτή την τελευταία ανακατασκευαστική φάση του χώρου που ακολούθησε κατά τη Κίτρινη φάση, καταργήθηκε η ανατολική κερκίδα με την ανοικοδόμηση του ορατού σήμερα ανατολικού τοίχου, ανεγέρθηκαν τα τμήματα των τοίχων που αντικρίζουμε σήμερα στη βόρεια και νότια πλευρά αντίστοιχα και διανοίχθηκε είσοδος πρόσβασης από νότια. Ταυτόχρονα τροποποιήθηκε η δυτική κερκίδα, ενώ υλοποιήθηκε η κατασκευή του χώρου 17 στα δυτικά.
Το κτίριο οικοδομήθηκε πρώτη φορά στην ύστερη Κυανή φάση, ως ορθογώνιο επίμηκες οικοδόμημα και κατά το επιμελημένο έμπλεκτο σύστημα, όμοια με το αντικρινό προς βόρεια κτίριο της Σιταποθήκης. Όπως και το τελευταίο, το κτίσμα του «Βουλευτηρίου» στην φάση αυτή θα πρέπει να σχεδιάστηκε και να συμπεριλήφθηκε στο μέτωπο της σχετικά αυτής υψηλότερης πλευράς του πρανούς, πρωτίστως για να εξασφαλιστεί η αναλημματική λειτουργία του περιβόλου, στο πλαίσιο της τεχνικής των λιθόκτιστων κιβωτίων. Σε κατοπινή περίοδο, στην Πράσινη φάση κατοίκησης του οικισμού, προστέθηκαν τα έδρανα κατά μήκος των τοίχων (εικ.3).
Για την είσοδο του κτιρίου, στην πρώτη οικοδομική του φάση, είχε υποστηριχθεί ότι βρισκόταν στα βόρεια, με πρόσβαση από τον δρόμο 102. Η άποψη αυτή στηρίχθηκε σε ένα είδος κεντρικής εσοχής, μήκους 1,80μ. που είχε εντοπιστεί κατά τις νεότερες έρευνες στον βόρειο τοίχο του κτιρίου, ανάμεσα σε δύο προεξέχοντες ορθοστάτες. Η υπόθεση, ωστόσο, αυτή έχει αναθεωρηθεί στον τρίτο τόμο της δημοσίευσης, όπου διατυπώνεται ως πιο πιθανή η άποψη στην αρχή η πρόσβαση στο κτίριο να ήταν ελεύθερη από ανατολικά, από το σημείο των ανατολικών κερκίδων, όπως και από το δρόμο. Φαίνεται άλλωστε ότι το «Βουλευτήριο» στην αρχική του φάση, την Ύστερη Κυανή, ήταν ανοιχτό από τα ανατολικά και βόρεια, με μία χαμηλή μόνον οριοθέτηση. Αργότερα, που δέχθηκε προσαρμογές με την ενίσχυση του περιβόλου σε πάχος, και την ανακατασκευή μέρος των τοίχων του, ο ορίζοντας χρήσης του, το δάπεδό του δηλαδή, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι βρισκόταν περίπου στο ίδιο επίπεδο με τον ορίζοντα χρήσης του χώρου εξωτερικά του περιβόλου.
Η Χρήση του χώρου
Ως προς τη χρήση του χώρου, όπως προαναφέραμε, η κύρια ερμηνεία που προτάθηκε ήταν ότι επρόκειτο για τόπο συνάθροισης, στον οποίο συγκεντρώνονταν μέλη της κοινότητας για να συζητήσουν και να επιλύσουν διάφορα ζητήματα του οικισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο Ιταλός ανασκαφέας Β.Brea αναφέρει ότι ομοιάζει/θυμίζει έναν πρώιμο αρχιτεκτονικό τύπο «θεάτρου» ή «βουλευτηρίου» («Questa caratteristica fece pensare che il vano fosse adibito in questa fase a locale di riunione e che i due gradini costituissero qualche cosa come i sedili di un primitivo teatro o bouleuterion».) [1], όπως τους εντοπίζουμε αργότερα κατά τους ιστορικούς χρόνους. Αν και αυτή η ονοματολογία χρήσης του χώρου υιοθετήθηκε από το σύνολο σχεδόν του επιστημονικού κόσμου και καθιερώθηκε στην επίσημη βιβλιογραφία, ωστόσο, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη με μεγάλη επιφυλακτικότητα και να μην παρερμηνεύεται. Γενικότερα, η καθιέρωση της χρήσης του όρου «βουλευτήριον» και η συχνή προβολή του χώρου ως το πρωιμότερο δείγμα άσκησης διοίκησης μέσω δημοκρατικών διαδικασιών σε οικισμούς, όπως αυτών της ΠΕΧ, που φέρουν μια πρώιμης μορφής κοινωνικά ιεραρχημένη οργάνωση, συνιστά προσοχή και μελλοντική αναθεώρηση. Εξάλλου, ο σταδιακός τρόπος κατασκευής και ανακατασκευής του χώρου, από την δημιουργία έως την εγκατάλειψή του, συνηγορεί στο γεγονός ότι η αρχική του χρήση εξυπηρετούσε πρακτικές ανάγκες (αναλληματικό χαρακτήρα) και αυτή μεταβαλλόταν κάθε φορά λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές που συντελούνταν στον οικισμό τόσο σε επίπεδο κοινωνικο-οικονομικό, όσο και σε επίπεδο πολεοδομικής οργάνωσης.
[1] Poliochni I.II,1964, σελ.177